благополучие - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

благополучие - translation to πορτογαλικά


благополучие      
bem-estar (m) ; felicidade (f) ; prosperidade (f)
bem-estar social      
общественное благополучие, социальное благосостояние
felicidade         
  • dalai lama]] [[Tenzin Gyatso]] defende a autorreflexão e a serenidade como caminhos para se atingir a felicidade
ESTADO MENTAL OU EMOCIONAL DE BEM-ESTAR CARACTERIZADO POR EMOÇÕES AGRADÁVEIS
Infelicidade; Felicidade humana
счастье, удача, благополучие

Ορισμός

благополучие
БЛАГОПОЛ'УЧИЕ, благополучия, мн. нет, ср. Спокойное течение жизни, не нарушаемое несчастиями, неудачами. Благополучие их семьи длилось не долго.
| Довольство, материальная обеспеченность. Многие думают только о своем благополучии.

Βικιπαίδεια

Благополучие
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για благополучие
1. Ведь благополучие Вождя означало благополучие всего народа.
2. Наоборот, благополучие притягивает еще большее благополучие.
3. Так что для химчан благополучие города - это их личное благополучие.
4. А1) Не спорю, благополучие зыбко, но именно благополучие.
5. Если в них будет благополучие, будет благополучие и в центре.